Κυριακή 7 Αυγούστου 2016

ΕΡΓΑΣΙΑ - ΕΠΟ 11




ΕΠΟ 11 – 3η ΕΡΓΑΣΙΑ Γ. Β.

ΘΕΜΑ: Ποια ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά της βιομηχανικής επανάστασης; Πόσο ενιαία υπήρξε η διαδικασία στην Ευρώπη και πώς επηρέασε και διαμόρφωσε τις εργασιακές σχέσεις;

ΒΑΘΜΟΣ: 9,5


ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΚΕΦ.1ο ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
1.1.  Από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Εκμηχάνιση και βιομηχανία
1.2.  Η επόμενη «φάση»
1.3.  Βιομηχανική Επανάσταση και Τεχνολογία
ΚΕΦ.2ο Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΚΒΙΟΜΗΧΑΝΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
2.1. Αγγλία, μια ιδιαίτερη περίπτωση και η υπόλοιπη Ευρώπη
2.3. Οι ισχυροί και οι χαμένοι
ΚΕΦ.3ο ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
3.1. Το νέο προλεταριάτο
3.2. Μηχανές και οργάνωση της εργασίας
3.3. Εργατικά δικαιώματα 
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ 


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Από τα μισά του 18ου έως τα τέλη του 19ου αιώνα συντελείται στην Ευρώπη το μεγάλο πέρασμα από την αγροτική στη βιομηχανική οικονομία, όπου και τα τελευταία φεουδαρχικά υπολείμματα καταλύονται, προς χάριν μιας καπιταλιστικής οικονομικής οργάνωσης. Αυτό που ακολούθησε άλλαξε άρδην το ευρωπαϊκό οικονομικό και κοινωνικοπολιτικό τοπίο εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή. Στο πρώτο μέρος της εργασίας θα εντοπίσουμε τα βασικά στοιχεία της Βιομηχανικής Επανάστασης, στη συνέχεια, θα εξετάσουμε το κατά πόσο ενιαία υπήρξε η διαδικασία της εκβιομηχάνισης στις χώρες της Ευρώπης, και τέλος, θα σχολιάσουμε το μετασχηματισμό που προκλήθηκε στις εργασιακές σχέσεις.

ΚΕΦ. 1ο ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ
1.1. Από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό. Εκμηχάνιση και βιομηχανία

Η Βιομηχανική Επανάσταση ήταν ένα «βρετανικό φαινόμενο» που, αφενός, άνοιξε ένα δρόμο χωρίς επιστροφή, κι αφετέρου, πήρε διαστάσεις παγκόσμιες, αλλάζοντας το ρου της οικονομικής πορείας σε όλο τον πλανήτη.[1] Εξελίχθηκε σε δύο φάσεις με την πρώτη να προετοιμάζει, ουσιαστικά, τη δεύτερη. Ήδη από το 17ο αιώνα, η μεγάλη πληθυσμιακή αύξηση που σημειώθηκε στην Αγγλία σήμανε έντονη αστικοποίηση, φέρνοντας αλλαγές στις καλλιεργητικές μεθόδους με έμφαση στην παραγωγή «υψηλής απόδοσης», κάτι που, λόγω της άνισης αγροτικής ανάπτυξης, επιτάχυνε την εμφάνιση της οικοτεχνίας στην ύπαιθρο.[2] Η αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος της γης και το πέρασμα των μεγάλων κοινοτικών κτημάτων σε λίγους,[3] σύνδεσε την αγροτική οικονομία με την ατομική πρωτοβουλία και την καπιταλιστική επιχειρηματικότητα, αυξάνοντας την παραγωγή και αφήνοντας, οριστικά, πίσω το φεουδαρχικό καθεστώς. Η επέκταση των οικοτεχνιών και η μετατροπή τους σε εργοστάσια, με αφετηρία την υφαντουργία, αποτέλεσε τη βάση για τη βιομηχανική έκρηξη που ακολούθησε.[4]

Από την εκμηχάνιση τομέων της αγροτικής, λοιπόν, οικονομίας  προήλθαν οι πρώτες βιομηχανίες, όπως ήταν η βαμβακοβιομηχανία,, η κλωστοϋφαντουργία και οι εξορυκτικές δραστηριότητες του άνθρακα και του σιδήρου. Στη μεταλλουργία, ειδικά, εισάγεται η χρήση ατμοκίνητων μηχανών που μεγεθύνει τους υψικάμινους και επεκτείνει την παραγωγή, ενώ η εξόρυξη του άνθρακα διευρύνεται τόσο, ώστε αποκόπτεται ολότελα από τον αγροτικό τομέα, αποτελώντας έναν ανεξάρτητο κλάδο από μόνος του. Το πέρασμα, μάλιστα, από τη χρήση του κάρβουνου στον άνθρακα, ως πηγή ενέργειας, όχι μόνο σηματοδότησε τη μετάβαση στην πρώτη βιομηχανική εποχή, επισπεύδοντας την εμφάνιση των εργοστασίων που «χάρισαν» στις πόλεις την καινούρια νεφώδη εικόνα τους, αλλά καθόρισε και τη συνέχεια της πορείας, αφού από την «πατέντα» των ατμοκίνητων βαγονέτων που μετέφεραν το εξορυγμένο υλικό στους τόπους αξιοποίησής του, γεννήθηκε ο σιδηρόδρομος, μια αληθινή επανάσταση στον κόσμο των μεταφορών και των συγκοινωνιών, που οδηγήσε την εκβιομηχάνιση στην επόμενη φάση.[5]

1.3. Η επόμενη «φάση»

Η έκρηξη στις κατασκευές σιδηροδρόμων σήμανε την απογείωση της παραγωγής κεφαλαιουχικών αγαθών (σιδήρος, άνθρακας, χάλυβας), που συμπαρέσυρε το νεοβιομηχανοποιούμενο κόσμο σε μια αναπτυξιακή τροχιά χωρίς προηγούμενο. Το παραγωγικό βάρος «μεταναστεύει», τώρα, στην Αμερική, την ίδια στιγμή που στο «παιχνίδι» μπαίνουν δυναμικά χώρες, όπως η Αυστροουγγαρία, η Ιταλία, η Σουηδία, η Ρωσία κλπ, με επικεφαλής τη Γερμανία. Οι περισσότερο δε προηγμένες χώρες δεν θα αργήσουν να εδραιώσουν τη δύναμή τους στην παγκόσμια αποικιακή αγορά.[6]

Καινούριες πόλεις ξεφύτρωσαν στα βιομηχανικά προάστια, με το προλεταριάτο να συνωστίζεται στις νέες συνοικίες, ενώ ένα κύμα κερδοσκοπικών δραστηριοτήτων σάρωσε τον αστικό κόσμο.[7] Το ολοένα αυξανόμενο επενδυτικό κεφάλαιο των μεσαίων αστικών αυτών στρωμάτων αποτέλεσε το θεμέλιο ανάπτυξης και σταθεροποίησης των πιστωτικών ιδρυμάτων,[8] που έπαιξαν καίριο ρόλο στην πορεία της εκβιομηχάνισης. Το άνοιγμα δε της αγοράς και η ανάγκη των συναλλαγών σε διεθνές επίπεδο οδήγησαν στις πρώτες νομισματικές ενώσεις, στη βάση του «διεθνούς χρυσού κανόνα».[9] Η ένταση του ανταγωνισμού ήταν τέτοια, ώστε για πρώτη φορά στην ορολογία της οικονομίας, εισήχθηκαν έννοιες, όπως «καρτέλ» (συμφωνίες) και «τραστ» (συγχωνεύσεις), τραπεζικές, δηλαδή, στρατηγικές που εστίαζαν στο μονοπωλιακό έλεγχο της παραγωγής, προκειμένου για τη διαφύλαξη των μεγάλων επενδύσεων.[10]

1.4. Βιομηχανική Επανάσταση και Τεχνολογία

Καταλυτικό ρόλο στην εξέλιξη της βιομηχανικής επανάστασης έπαιξε, επίσης, η έντονη διάθεση για έρευνα και ανακάλυψη νέας επιστημονικής γνώσης με πρακτικές εφαρμογές. Η καινοτομία στον τεχνολογικό τομέα, που στην προηγούμενη φάση ακολουθούσε τις ανάγκες της αγοράς, τώρα αποτελεί, αυτή καθαυτή, κατεξοχήν τομέα επένδυσης.[11] Αναδύονται, έτσι, νέοι κλάδοι, όπως είναι η ηλεκτρική και χημική βιομηχανία, ενώ παρατηρείται μια στροφή σε ακόμα πιο πρωτοποριακές ενεργειακές πηγές, όπως το πετρέλαιο και το ηλεκτρικό ρεύμα. Κατασκευάζονται και διατίθενται μαζικά στην αγορά καινούρια επαναστατικά προϊόντα, όπως ραπτομηχανές, αυτοκίνητα κλπ, αλλά και επιτεύγματα που άλλαξαν τον κόσμο των επικοινωνιών, όπως το τηλέφωνο, ο τηλέγραφος και η ασύρματη ραδιο-επικοινωνία.[12]

ΚΕΦ. 2ο Η ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΚΒΙΟΜΗΧΑΝΙΣΗΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ
2.1. Αγγλία, μια ιδαίτερη περίπτωση και η υπόλοιπη Ευρώπη

Για την επίτευξη της βιομηχανικής επανάστασης απαραίτητη προϋπόθεση, όπως είπαμε, ήταν η μετάβαση από το αγροτικό στο καπιταλιστικό οικονομικό σύστημα  και η μόνη χώρα, που πρώτη κατάφερε αυτό το άλμα, ήταν η Αγγλία. Καταρχάς, διέθετε ένα ώριμο κοινωνικό, οικονομικό, τεχνικό και πολιτικό πλαίσιο, κατάλληλο για την ανάπτυξη της ιδιωτικής πρωτοβουλίας και επιχειρηματικότητας. Η κοινωνία της ελεύθερης αγοράς και οι φιλελεύθερες πολιτικές της αντιλήψεις βοήθησαν, ώστε το καινούριο επιχειρησιακό πεδίο και η διαδικασία της εκμηχάνισης να βρει υποστήριξη από κρατικούς θεσμούς και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα.[13] Το γεγονός, μάλιστα, ότι η Αγγλία είχε ήδη συνδεθεί με μια ευρύτερη αγορά μέσω των αποικιών της, συντέλεσε στη μεγάλη ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου που συμβάδισε και στήριξε τη βιομηχανική επανάσταση.[14] Εκτός αυτού, η αγγλική επιστημονική σκέψη, σε συνδυασμό με τα ενδογενή προβλήματα της αγγλικής οικονομίας,[15] αποτέλεσαν το εφαλτήριο των επαναστατικών καινοτομιών  που χαρακτήρισαν την εποχή αυτή.[16]

Στη Γαλλία, αντίθετα, παρότι η πολιτική επανάσταση οδήγησε στην κατάρρευση του φεουδαλισμού, η κατακερμάτιση της γης στα χέρια αστών και αγροτών δεν επέτρεψε την έγκαιρη ανάπτυξη των απαιτούμενων καπιταλιστικών σχέσεων. Πολύ λιγότερο έτοιμες, βέβαια, ήταν χώρες, όπως η Αυστρία, η Γερμανία, η Ρωσία κλπ, που ακόμα πάλευαν να ξεφύγουν από το φεουδαρχικό ζυγό. Ωστόσο, δεν άργησαν να εισέλθουν στην τροχιά της βιομηχανικής ανάπτυξης, ακολουθώντας μεν τα βήματα του αγγλικού παραδείγματος, με το ρυθμό, ωστόσο, που επέτρεπαν οι κατά τόπους κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες. Η καινούρια «πρόοδος», άλλωστε, μέσω του σιδηροδρόμου και των νέων επικοινωνιακών καναλιών θα φτάσει, σύντομα, να «αγκαλιάσει» όλον τον κόσμο.[17]

2.3. Οι ισχυροί και οι χαμένοι

Στη δεύτερη φάση της βιομηχανικής επανάστασης, λοιπόν, αναδύονται στην Ευρώπη νέες δυνατές βιομηχανικές χώρες, όπως η Γερμανία και το Βέλγιο, που επενδύοντας και εξάγοντας κεφαλαιουχικά αγαθά, αποκτούν την πρωτοκαθεδρία στον έλεγχο της ευρωπαϊκής οικονομίας. Αντίθετα, χώρες, όπως η Ισπανία, η Ρωσία, η Ιταλία και τα Βαλκάνια, οι οποίες στήριξαν και εξάρτησαν την παραγωγική τους δύναμη στις ξένες επενδύσεις, δεν άργησαν να περιπέσουν σε μια κατάσταση ημι-αποικιακής κατοχής από τους δανειστές τους. Όσον αφορά την ανατολική Ευρώπη, η μεγάλη έλλειψη κεφαλαίων εμπόδισε την εγκατάσταση μιας φιλελεύθερης πολιτικής, οδηγώντας σε εκτεταμένες κρατικοποιήσεις των ιδιωτικών βιομηχανικών επιχειρήσεων, επιβαρύνοντας τον αγροτικό πληθυσμό με φόρους και καταναγκαστική εργασία, ενώ οι χώρες του Νότου φαίνεται πως επέστρεψαν σε μια ημι-φεουδαρχική οργάνωση της παραγωγής, καθυστερώντας την εκβιομηχάνισή τους και μπαίνοντας, για τα καλά, υπό την κηδεμονία των ισχυρών.[18]

ΚΕΦ. 3ο ΕΡΓΑΣΙΑΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
3.1. Το νέο προλεταριάτο

Εκείνο, ωστόσο, που έκανε τη Βιομηχανική Επανάσταση μια πραγματικότητα ήταν το ίδιο το ανθρώπινο εργατικό δυναμικό, που αποτέλεσε το νέο προλεταριάτο. Η επάνδρωση των νεο-αναγειρόμενων εργοστασίων άντλησε το δυναμικό του από τους χειρώνακτες των οικοτεχνιών, καθώς και το μεγάλο αριθμό των ανέργων αγροτοεργατών που αναζήτησαν μια καλύτερη ζωή στις μεγαλουπόλεις. ΄Οπου, βέβαια, η εγκατάσταση της φιλελεύθερης οικονομίας προηγούνταν των προστατευτικών κοινωνικών θεσμών ή η εκβιομηχάνιση καθυστερούσε, σημειώθηκαν ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά ανεργίας, που προκάλεσαν τρομερή εξαθλίωση, με συνέπεια εκτεταμένες εσωτερικές ή/και εξωτερικές μεταναστεύσεις. Στην Αγγλία, μάλιστα, την πρωτοπόρα χώρα της μεγάλης οικονομικής αλλαγής, το φαινόμενο της μεγάλης φτώχειας αντιμετωπίστηκε με την ανάπτυξη «μηχανισμών απορρόφησης» των νέων ανέργων, όπως ήταν ο νόμος «Περί Φτωχών (1834), που τους κατηύθυνε, εντέχνως, στις νεοανερχόμενες βιομηχανικές μονάδες. Στο εξής, η ανάδυση αντίστοιχων συστημάτων «πρόνοιας» θα προσπαθήσει να αντισταθμίσει την ολοένα αυξανόμενη αλλοτρίωση που υφίσταται ο εργάτης της βιομηχανικής εποχής.[19]

3.2. Μηχανές και οργάνωση της εργασίας

Η χρήση των μηχανών αύξησε την «παραγωγικότητα της εργασίας», μειώνοντας κατά πολύ τους μισθούς και υποβαθμίζοντας την αξία της εργασίας των τεχνιτών, αφού προτιμούνται, πλέον, απλοί ανειδίκευτοι χειριστές.[20] Μοιραία, το δίκτυο των συντεχνιών καταρρέει, παρασέρνοντας μαζί τα, κατά παράδοση, μικροαστικά στρώματα που, επίσης, υποβιβάζονται σε εργάτες. Το εργασιακό περιβάλλον μεταβάλλεται, το ωράριο γίνεται συνεχές, αλλάζουν οι τρόποι μισθοδοσίας και ελέγχου των εργατών, η εργασία συγκεντροποιείται στο χώρο, ενώ, παράλληλα, αναδύεται μια νέα εργασιακή ιεραρχία.[21] Παραδοσιακές αντιλήψεις για τους ρόλους των δύο φύλων φαίνεται να περνούν στην εργασιακή οργάνωση και τον καταμερισμό της εργασίας των βιομηχανιών. Ως εκ τούτου, το ύψος των μισθών και η έννοια της παραγωγικότητας συνδέεται άρρηκτα με το φύλο και την ηλικία.[22]  Τα παιδιά και οι γυναίκες θα αποτελέσουν τα κατεξοχήν θύματα εκμετάλλευσης της ευρωπαϊκής εκβιομηχάνισης, ως το πλέον φτηνό και πειθαρχημένο εργατικό δυναμικό. Η παράδοση, μάλιστα, της «μαθητείας» θα περάσει στο βιομηχανικό κόσμο οδηγώντας στην εξαθλίωση χιλιάδες παιδιά.[23]

Εν τω μεταξύ, καθώς, στην πορεία της εκβιομηχάνισης, η έννοια της ιδιοκτησίας διαχωρίστηκε από τη διαχείριση, αναδύθηκε ένας νέος, τριτογενής, τομέας απασχόλησης (στελέχωση επιχειρήσεων, συγκοινωνίες, επικοινωνίες κλπ) που αποτέλεσε μια αναβάθμιση της εργατικής τάξης, αφού απαιτούσε σχετική εξειδίκευση. Από εδώ θα εκκινήσει και ο προβληματισμός για την ανάγκη μαζικοποίησης της εκπαίδευσης.[24]

3.3. Εργατικά δικαιώματα

Το δυσαρεστημένο, πάντως, πλήθος των εργατών, εκτεθειμένο στις απαιτήσεις των εργοδοτών, προσπάθησε να ελέγξει τις συνθήκες και τις ώρες εργασίας, είτε δημιουργώντας συσπειρώσεις –επιδιώκοντας, ακόμα, και την επανεγκατάσταση των συντεχνιών, χωρίς, όμως, αποτέλεσμα– είτε απευθυνόμενο, απευθείας, στην κρατική παρέμβαση[25] μέσω κινητοποιήσεων που, ενίοτε, έφταναν να αποτελούν πραγματικές κοινωνικές επαναστάσεις.[26] Η δυσκολία των εργατών να οργανωθούν τους έθεσε, αρχικά, υπό την καθοδήγηση της αστικής τάξης, από την οποία, όμως, σύντομα αποκόπηκαν,[27] για να συσπειρωθούν, τελικά, γύρω από ένα κοινό ιδεολογικό κέντρο που πήρε υπερεθνικές διαστάσεις  (Σοσιαλιστική Διεθνής).[28] Σε χώρες δε όπου η φιλελεύθερη πολιτική δεν είχε εγκατασταθεί και επιβληθεί απόλυτα, όπως η Γερμανία, ο φόβος της διάδοσης των σοσιαλιστικών ιδεών ενίσχυσε το καθεστώς κοινωνικής πρόνοιας, δημιουργώντας μια ψευδαίσθηση ασφάλειας, στη βάση, ωστόσο, της οικονομικής απομύζησης –μέσω υποχρεωτικών εισφορών– των ίδιων των εργατών. Αντίθετα, σε χώρες όπου η κοινωνία της αγοράς είχε εμπεδωθεί, όπως η Αγγλία, η κυβέρνηση δεν έδειξε αυτό το ενδιαφέρον για τον εργατικό κόσμο, επιμένοντας στις πρακτικές «κοινωνικού προστατευτισμού» που είχε επινοήσει.[29]


ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ

Με τη Βιομηχανική Επανάσταση ολοκληρώνεται το πέρασμα από τη μεσαιωνική αγροτική οικονομία στην καπιταλιστική εποχή του ανταγωνισμού. Δεν είναι τυχαίο ότι συμβάδισε με τη νομική επανάσταση της Γαλλίας, που επιτάχυνε την κατάρρευση του φεουδαρχισμού, αλλά και με μια ανεπανάληπτη επιστημονική τεχνολογική ανάπτυξη. Οι ανατρεπτικές αλλαγές στον τομέα της παραγωγής και της εργασίας έγιναν η αφορμή για την ανάδυση της οικονομικής επιστήμης, με τη θεωρία του φιλελευθερισμού (laisser-fair) στο ένα άκρο και του σοσιαλισμού στο άλλο. Η μη ενιαία δε διαδικασία της εκβιομηχάνισης του ευρωπαϊκού κόσμου είναι φανερό ότι «καθρεφτίζει» την άνιση ανάπτυξη σε επίπεδο κρατών, που επέτρεψε στο Βορρά να επιβάλλεται στις χώρες του Νότου, ακόμα και μέχρι σήμερα.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ

Ashton T. S., Η Βιομηχανική Επανάσταση, μτφρ. Γολέμη Α., επιμ. Καρδάσης Β., εκδ. Τόπος, Αθήνα 2007
Γαγανάκης Κ., Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008
Παπαθανασίου Μ., «Παιδική εργασία στην Ευρώπη» στο Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, επιμ.Δρίτσα Μ., εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008
Teich Μ., «Η Βιομηχανική Επανάσταση και η κοινωνία στην Ευρώπη κατά τον 19ο αιώνα» στο Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, επιμ. Δρίτσα Μ., εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008,
Χαντζαρούλα Π., «Γυναικεία εργασία, ταυτότητα και σχετική νομοθεσία στην Ευρώπη, 19ος αιώνας», στο Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, επιμ. Δρίτσα Μ., εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008
Hobsbawm E. J., Η εποχή των επαναστάσεων, 1789-1848, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992
Hobsbawm E. J., Η εποχη του κεφαλαίου, 1848-1875, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994





[1] Teich M., «Η Βιομηχανική Επανάσταση και η κοινωνία στην Ευρώπη κατά τον 19ο αιώνα» στο Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, επιμ. Δρίτσα Μ., εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σ. 76
[2] Γαγανάκης Κ, Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 1999, σ. 239, 240
[3] Αυτό συνέβη με το Νόμο περί Περιφράξεων. (Ο.π., σ. 249) Η τακτική των περιφράξεων είχε, εντούτοις, ξεκινήσει στην Αγγλία ήδη από τον 13ο αιώνα, κάτι που επεξηγεί την οικονομική της ωριμότητα για το πέρασμα σε μια καπιταλιστική οικονομία. (Ashton T.S., Η Βιομηχανική Επανάσταση, μτφρ. Γολέμη Α., επιμ. Καρδάσης Β., εκδ. Τόπος, Αθήνα 2007, σ. 30, Hobsbawm E.J., Η εποχή των επαναστάσεων, 1789-1848, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1992, σ. 76)
[4] Ashton, σ. 30, 32, 34, 39, 133, Γαγανάκης, σ. 241, 245, 265, Teich, σ. 77, Hobsbawm (1992), σ. 60
[5] Γαγανάκης, σ. 238, 239, 243, 244, Ashton, σ. 40, 46, Hobsbawm (1992), σ. 70, Παπαθανασίου Μ., «Παιδική εργασία στην Ευρώπη» στο Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, επιμ.Δρίτσα Μ., εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σ.  154, Hobsbawm E.J., Η εποχή του κεφαλαίου, 1848-1875, εκδ. ΜΙΕΤ, Αθήνα 1994, σ. 87
[6] Γαγανάκης, σ. 257-259, 263, 267, Παπαθανασίου, σ. 154
[7] Hobsbawm (1992), σ. 72, 74. Αν και οι πρώτοι επενδυτές δεν ήταν παρά τολμηροί τυχοδιώκτες, στην πορεία προσελκύστηκαν σημαντικοί κεφαλαιούχοι που έδωσαν νέα ώθηση στην ανάπτυξη της βιομηχανίας. (Γαγανάκης, σ. 246)
[8] Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι το νέο πιστωτικό σύστημα δημιουργήθηκε σταδιακά, με τον κρατικό δανεισμό – για τις ανάγκες κάλυψης των εκάστοτε πολεμικών δαπανών – να το συντηρεί και να το ενισχύει. (Γαγανάκης, σ. 256, 265)
[9] Ο νομισματικός, δηλαδή, πλούτος μιας χώρας αποτιμάται σε αποθέματα χρυσού. Έτσι, δημιουργείται ένα καλό νομισματικό ισοζύγιο για τις διεθνείς συναλλαγές. (Ο.π., σ. 265, Hobsbawm (1994), σ. 62
[10] Γαγανάκης, σ. 269
[11] Teich, σ. 79, Ashton, σ. 14, 18, 19, Γαγανάκης, σ. 243
[12] Παπαθανασίου, σ. 155, Γαγανάκης, σ. 266, 268, Hobsbawm (1994), σ. 72, 74, 76, 96. Την εποχή αυτή εφευρίσκονται, ακόμα, το αεροπλάνο και το αερόπλοιο που, όμως, δεν θα μπουν στη φάση της παραγωγής πριν τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο. Εμφανίζεται, επίσης, το αμερικανικό φορντικό μοντέλο παραγωγής, το οποίο θα κατακτήσει την Ευρώπη λίγο αργότερα. [Γαγανάκης, σ. 267, Hobsbawm (1994), σ. 75]
[13] Γαγανάκης, σ. 246, 252, 266, Ashton, σ. 14, Teich, σ. 76, Hobsbawm (1992), σ. 52
[14] Γαγανάκης, σ. 244, 245, Hobsbawm (1992), σ. 55, 57
[15] Όπως ήταν, για παράδειγμα, η ανεπάρκεια παραδοσιακών ενεργειακών πηγών –όπως η έλλειψη ξυλείας, λόγω της εξάντλησης των δασών από την υπερεκμετάλλευση της ναυπηγικής και της σιδηρουργίας – που είχε ως αποτέλεσμα στη στροφή στην εξόρυξη του άνθρακα και στη χρήση του ατμού. [Ashton, σ. 46, Hobsbawm (1992), σ. 69]
[16] Ashton, σ. 18, 69, 70, Γαγανάκης, σ. 238
[17] Γαγανάκης, 242, 248, 249, Teich, σ. 77, Hobsbawm (1994), σ. 60, 61, 69
[18] Γαγανάκης, σ. 249, 258, 264, 266, 267, 269, Hobsbawm (1992), σ. 68
[19] Hobsbawm (1992), σ. 77, Teich, σ. 77, Γαγανάκης, σ. 249, 250, 251, 254, 256, 277
[20] Γαγανάκης, σ. 271. Οι «Λουδίτες», όπως ονομάστηκαν οι πρώην τεχνίτες, διεκδίκησαν τα εκπίπτοντα εργασιακάς τους δικαιώματα, ασκώντας πιέσεις μέσω του κινήματος «καταστροφής των μηχανών». [Hobsbawm (1992), σ. 63, 65]
[21] Χαντζαρούλα Π., «Γυναικεία εργασία, ταυτότητα και σχετική νομοθεσία στην Ευρώπη, 19ος αιώνας», στο Κοινωνική και Οικονομική Ιστορία της Ευρώπης, επιμ. Δρίτσα Μ., εκδ. ΕΑΠ, Πάτρα 2008, σ. 184, 212, Ashton, σ. 125, 139, 140, Γαγανάκης, σ. 246, 252, 273
[22] Χατζαρούλα, σ. 207. Ακόμα και η χρήση των μηχανών «εμφυλοποιείται» δημιουργώντας ανδρικά μονοπώλια, που αποκλείουν τη γυναικεία εργασία. (Ο.π., σ. 212, 213)
[23] Ο.π., σ. 185, 187, 191, 202, 210, Teich, σ. 155, 157, Ashton, σ. 129, 130.  Η παιδική εργασία θα αρχίσει να μειώνεται μόνο από τη στιγμή που δεν θα είναι πια τόσο απαραίτητη για τις εκάστοτε οικονομίες. Αυτό θα συμβεί στη δεύτερη φάση της Βιομηχανικής Επανάστασης, όπου σημειώνεται μεγάλη ανάπτυξη της οικονομίας, ανοίγοντας και το ζήτημα της υποχρεωτικής τους εκπαίδευσης. (Παπαθανασίου, σ. 159, 162, 170)
[24] Γαγανάκης, σ. 268, 273, 276, 277
[25] Ο.π., σ. 271, Έχει ενδιαφέρον το γεγονός ότι η λογική της υπάρχουσας εργασιακής νομοθεσίας δικαιολογούσε την κρατική παρέμβαση μόνο για «υποκείμενα χωρίς ελεύθερη βούληση» και ως τέτοια θεωρούνταν οι γυναίκες και τα παιδιά. Αποτέλεσε, ωστόσο, ένα πρώτο άνοιγμα στη διεκδίκηση των ευρύτερων εργατικών δικαιωμάτων. (Χατζαρούλα, σ. 214, 216)
[26] Hobsbawm (1992), σ. 62
[27] Γαγανάκης, σ. 271, 272, Ο φόβος της αστικής τάξης για τυχόν επικράτηση του κομμουνισμού έπαιξε εδώ το ρόλο του. (Teich, σ. 78)
[28] Γαγανάκης, σ. 273
[29] Ο.π., σ. 278, 279, Ashton, σ. 158

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου